Με σπασμένα φρένα το ελληνικό ελαιόλαδο, 37% απώλειες γράφει η Ιταλία
Ανοδικά κινούνται την τελευταία εβδομάδα οι τιμές για το ελληνικό ελαιόλαδο, ως απόρροια του μεγάλου εμπορικού ενδιαφέροντος από το εσωτερικό, αλλά και από εταιρείες της Ισπανίας και της Ιταλίας. Νέα δε ώθηση αναμένεται να δώσουν στην αγορά οι εκτιμήσεις του Ινστιτούτου ISMEA, τις οποίες και παρουσιάζουμε σήμερα, για την παγκόσμια παραγωγή ελαιολάδου, αλλά και την παραγωγή ανά περιοχή στην Ιταλία.
Όπως αναφέρει στον ΑγροΤύπο ο πρόεδρος και διαχειριστής του Αγροτικού Συνεταιρισμού Αγίου Δημητρίου, Αγίου Νικολάου και Ταλάντων Μονεμβασίας, Σωτήρης Κρητικός, πωλήσεις γίνονται συνεχώς, όσο προχωρά ταυτόχρονα η συγκομιδή του καρπού και η ελαιοποίηση κι ενώ υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον για ελαιόλαδο.
Σύμφωνα με τον ίδιο, ο Συνεταιρισμός πούλησε ένα ακόμα βυτίο έξτρα παρθένου ελαιολάδου φετινής εσοδείας στην τιμή των 5,15 ευρώ το κιλό. Το ελαιόλαδο πήρε η εταιρεία Χελιώτης. Ο συγκεκριμένος Συνεταιρισμός έχει ήδη πουλήσει 300 τόνους ελαιολάδου εφετινής εσοδείας, ενώ ο κ. Κρητικός υπολογίζει πως ακόμα 300 είναι οι τόνοι που θα παραχθούν φέτος, ενώ η συγκομιδή στην περιοχή έχει προχωρήσει κατά 50%.
Ο κ. Νίκος Βλάχος από το ελαιοτριβείο Κολοκούρης-Βλάχος με έδρα στην περιοχή του Βλαχιώτη Λακωνίας δήλωσε στον ΑγροΤύπο πως το βιολογικό ελαιόλαδο από ελιές Καλαμών πληρώνεται στον παραγωγό 4,70 ευρώ το κιλό, ενώ το συμβατικό, πληρώνεται 4,40 ευρώ ανά κιλό.
Σε πάνω από 120.000 τόνους εκτιμάται η πτώση της παραγωγής ελαιολάδου φέτος στην Ιταλία, δηλαδή με μια μείωση της τάξης του 37%. Εάν επιβεβαιωθεί η εκτίμηση αυτή, θα μπορούσε να ρίξει την Ιταλία από τη δεύτερη στην τρίτη θέση μεταξύ των κορυφαίων παραγωγών στον κόσμο.
Αυτό προκύπτει από τις εκτιμήσεις που εκπόνησε η ISMEA, σε συνεργασία με την Italia Olivicola και την Unaprol, με βάση την τελευταία έρευνα που πραγματοποιήθηκε στις αρχές Νοεμβρίου, η οποία τοποθετεί την παραγωγή της εκστρατείας 2022/23 στους 208 χιλιάδες τόνους.
Οι προσδοκίες για την παγκόσμια διαθεσιμότητα είναι επίσης απαισιόδοξες, με προβλέψεις για πτώση της Ιβηρικής παραγωγής μεταξύ -30% και -50%. Μεταξύ των κορυφαίων χωρών παραγωγής, εκτιμάται ότι μόνο η Ελλάδα μπορεί να ξεπεράσει τα περσινά επίπεδα, φτάνοντας τους 300.000 τόνους, ενώ εκτός των συνόρων της Ε.Ε. η Τυνησία είναι επίσης πιθανό να έχει μια πτώση έως και -25%.
Τα προβλήματα από την κλιματική αλλαγή και τον καιρό, τονίζει το ISMEA, επηρέασαν την ιταλική παραγωγή. Πρώτα απ’ όλα η παρατεταμένη ξηρασία και οι υψηλές θερμοκρασίες του καλοκαιριού, που δυσκόλεψαν τη βλαστική ανάπτυξη των ελαιώνων. Ωστόσο, η ξηρασία έχει αποτρέψει μυηκητολογικές και εντομολογικές ασθένειες, βελτιώνοντας την ποιότητα.
Για την Απουλία που από μόνη της αντιπροσωπεύει το 50% της εθνικής παραγωγής, η ISMEA εκτιμά ότι η παραγωγή μειώθηκε περισσότερο από το μισό (-52%), σε αρνητικό πλαίσιο και για τη Σικελία (-25%), την Καλαβρία (-42%) και, γενικότερα, για ολόκληρο το Νότο.
Από την άλλη πλευρά, η σεζόν εκτιμάται με θετικό πρόσημο στην Κεντρική Ιταλία, όπου αναμένεται αύξηση της παραγωγής στο Λάτσιο (+17%), την Τοσκάνη (+27%) και την Ούμπρια (+27%), έναντι μείωσης του Marche (- 25 %). Για τις βόρειες περιοχές, μετά τις περσινές δραματικές μειώσεις, η χρονιά φαίνεται καλή, έστω κι αν δε φτάνει στα αναμενόμενα επίπεδα, πριν από τη μεγάλη καλοκαιρινή ξηρασία. Μάλιστα, η ανάκαμψη της Λιγουρίας (+27%) δεν είναι αρκετή για να θεωρηθεί καλή χρονιά. Με τη συγκομιδή να έχει μόλις ξεκινήσει τα τέλη Νοεμβρίου, στις πιο παραγωγικές περιοχές της χώρας, η προσοχή είναι, όπως πάντα, απαραίτητη αφού υπάρχει φόβος και για τις ελαιοπεριεκτικότητες.
Αυτή τη στιγμή, σημειώνει το iSMEA, η εντύπωση είναι ότι η συγκομιδή θα προχωρήσει με αυστηρότερο χρονοδιάγραμμα από το συνηθισμένο για να αποφευχθούν περαιτέρω ζημιές από τις ασθένειες που έχουν αρχίσει να εμφανίζονται λόγω καιρικών συνθηκών και της υγρασίας.