Ανακοίνωσε την αποχώρησή του στο τέλος της θητείας
“Να ‘σαι με μια λέξη ελεύτερος καταντάει ολοένα και πιο επικίνδυνος πνευματικός άθλος” έγραψε ο Νίκος Καζαντζάκης και επανέλαβε ο Βασίλης Κοσμόπουλος, ανακοινώνοντας ότι δεν θα είναι ξανά υποψήφιος στο Δήμο Καλαμάτας. “Η χρονιά είναι ιδιαίτερη για μένα διότι είναι η τελευταία της παρουσίας μου στα έδρανα του δημοτικού μας συμβουλίου, καθώς δεν θα είμαι υποψήφιος στις επόμενες δημοτικές εκλογές”, δήλωσε ο Βασίλης Κοσμόπουλος, επικεφαλής της μείζονος μειοψηφίας, τρεις φορές υποψήφιος δήμαρχος Καλαμάτας. Και στη συνέχεια διάβασε ένα απόσπασμα από το μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη “Ανήφορος”, το οποίο έγραψε στα μέσα της δεκαετίας του ‘40, μετά τον “Ζορμπά” και εκδόθηκε μόλις τον περασμένο Οκτώβριο…
Αυτά έγιναν αμέσως μετά την τελετή της κοπής της πίτας του Δημοτικού Συμβουλίου Καλαμάτας και πριν την έναρξη της συνεδρίασης του Σώματος, όταν ο Βασίλης Κοσμόπουλος πήρε το λόγο, μετά τον δήμαρχο, Θανάση Βασιλόπουλο, για να εκφράσει τις ευχές του για το νέο χρόνο.
Απόσπασμα από το μυθιστόρημα “Ανήφορος” του Νίκου Καζαντζάκη, το οποίο διάβασε ο Βασίλης Κοσμόπουλος, μπορεί να θεωρηθεί ως έκφραση πικρίας και απογοήτευσης για όσα βίωσε στον πολιτικό στίβο της αυτοδιοίκησης επειδή επέμενε να δρα ως “στοχαζόμενος ελεύθερος άνθρωπος”.
Μάλιστα, μετά την ανακοίνωση του Βασίλη Κοσμόπουλου, ο δήμαρχος και οι υπόλοιποι επικεφαλής των δημοτικών παρατάξεων αλλά και δημοτικοί σύμβουλοι εξήραν το ήθος του, την αξιοπρέπειά του, τη γνώση του και τόνισαν ότι αφήνει ανεξίτηλο αποτύπωμα στο Δήμο. Όμως εκείνος, αφού δήλωσε συγκινημένος για αυτά τα λόγια, δεν απέφυγε να σχολιάσει ότι “το προλαμβάνειν κάλλιον του θεραπεύειν”, καθώς και ότι “μετά την απομάκρυνση εκ του ταμείου, ουδέν λάθος αναγνωρίζεται”.
Σε ό,τι αφορά και πάλι το απόσπασμα από το μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη, παρά την πικρία και απογοήτευση που περιγράφει, προτρέπει “να κοιτάζεις με αθόλωτο μάτι”, γι’ αυτό και ο Βασίλης Κοσμόπουλος είπε ότι “το μικρό αυτό απόσπασμα καλό είναι να προβληματίσει όλους μας”.
Το απόσπασμα έχει ως εξής: “Θες δε θες, αντικρύζοντας χοχλακιστά, ακαταστάλαχτα ακόμα πάθη, θα φανερώσεις τη γνώμη σου…και η γνώμη σου αυτή, όποια και να ‘ναι, θα εξαγριώσει τους αντίθετους. Κι αν προσπαθήσεις, δημιουργώντας με αφιλοκέρδεια και μόχτο μεγάλη απόσταση καιρού και τόπου, να δεις και να κρίνεις, τότε πια θα σου ριχτούν μανιασμένα και τα δύο αντίθετα στρατόπεδα.
Γιατί να βλέπεις και να κρίνεις με ψυχική και πνευματική ανεξαρτησία τα ξεκαπίστρωτα σύγχρονα πάθη θεωρείται θανάσιμο αμάρτημα κι από τις δύο παράταξες που αποτελούν τη συμπαγή απλοϊκή και βελάζουσα μάζα του σκεπτόμενου όχλου. Το ΝΑΙ και το ΟΧΙ είναι για αυτούς … οι δυο μονάχα επιτρεπόμενες, επιβαλλόμενες απάντησες. Το άσπρο ή το μαύρο. Ανάμεσα σε αυτά τα δύο ακρότατα όρια, που χρέος έχουν να τα κατέχουν μονάχα οι μαχόμενοι άνθρωποι της ενέργειας, δεν επιτρέπουν καμιά συνθετική προσπάθεια στο στοχαζόμενο ελεύτερον άνθρωπο.
Να κοιτάζεις με αθόλωτο μάτι – αθόλωτο κι από το μίσος κι από την αγάπη- τη σημερινή παγκόσμια πραγματικότητα, να ομολογείς τις αρετές και συνάμα την ατιμία, το φως και το σκοτάδι, που αποτελούν εδώ στη Γη το κάθε ζωντανό, είτε άνθρωπος είναι είτε ιδέα, να ‘σαι με μια λέξη ελεύτερος καταντάει ολοένα και πιο επικίνδυνος πνευματικός άθλος”.